Στους γάμους της Στενής φτάνοντας η νύφη στο σπίτι του γαμπρού πέταγε κομμάτια από την κουλούρα του γάμου. Κεντητή κουλούρα με ωραία σχέδια από λουλούδια, πουλιά κι ότι άλλο ωραίο μπορούσαν να σκεφθούν οι κεντήστρες της εποχής.
Όποιος έπιανε ένα τέτοιο κομμάτι το φύλαγε μέσα στο παράκλι, το ειδικό συρτάρι του μπαούλου. Όπως έλεγαν αυτό το ψωμί δεν χάλαγε ποτέ. Ο νοικοκύρης το έβγαζε μόνο για να το πάρει μαζί του και να του φέρει τύχη όταν πήγαινε να κλείσει σημαντικές δουλειές. Επίσης ήταν το καλύτερο στολίδι που μπορούσε να βάλει στο άλογό του.
Αυτό το στολίδι λοιπόν έβγαζε ανήμερα της Αναστασάς και το έβαζε στα χάμουρα του ζώου, όπως επίσης και όλα τα στολίδια που του είχε. Τα καλύτερα κεντημένα σεντόνια ή κουβέρτες τα έβαζαν στο σαμάρι του ζώου, το ριχτάρι. Τα φαγητά έμπαιναν στα καλύτερα κεντημένα ταγάρια.
Αυτό το στολίδι λοιπόν έβγαζε ανήμερα της Αναστασάς και το έβαζε στα χάμουρα του ζώου, όπως επίσης και όλα τα στολίδια που του είχε. Τα καλύτερα κεντημένα σεντόνια ή κουβέρτες τα έβαζαν στο σαμάρι του ζώου, το ριχτάρι. Τα φαγητά έμπαιναν στα καλύτερα κεντημένα ταγάρια.
Από την Πέμπτη το βράδυ, η νοικοκυρά του σπιτιού είχε τελειώσει όλες τις προετοιμασίες. Ξανάβαψε αυγά, ετοίμασε τα φαγητά, είχε βγάλει στην άκρη τα καλύτερα ρούχα για να τα φορέσουν την άλλη μέρα πρωί πρωί. Την φουστανέλα για τον άνδρα της και τα παιδιά της και τις μαύρες επίσημες σεγκούνες για αυτήν και τις κόρες της. Τελευταία φορά που τα είχαν βάλει ήταν στον Καλολόγο (Αγάπη) το απόγευμα του Πάσχα.
Ατέλειωτη η σειρά του κόσμου πάνω στα υποζύγια που πήγαιναν κατά τον Πύργο. Οι Στενιώτες και οι Καμπιώτες ήταν σχεδόν όλοι εκεί. Πρωί πρωί παρακολουθούσαν την Θεία Λειτουργία, οι περισσότεροι έξω γιατί η μικρή εκκλησία δεν τους χώραγε. Μετά το τέλος της λειτουργίας συναντούσαν γνωστούς φίλους και συγγενείς από τα γύρω χωριά. Από πολύ παλιά το πανηγύρι συγκέντρωνε κόσμο από το Μίστρο, το Μαυρόπουλο, τον Πούρνο, τον Θεολόγο, τουςΒούνους, την Αμφιθέα.
Οι γυναίκες όπως και σήμερα έστρωναν καταγής και έβγαζαν τα φαγητά. Ακολουθούσε τρικούβερτο γλέντι έως το απόγευμα. Αρκετές ορχήστρες από τα γύρω χωριά έδιναν το παρόν κάθε χρόνο.
Το απόγευμα αφού τέλειωνε το γλέντι έπαιρναν το δρόμο του γυρισμού. Οι οικογενειάρχες με το μουλάρι τους ή το γαϊδουράκι τους, έβαζαν και τα παιδιά στα καπούλια και γύριζαν πίσω με την ησυχία τους. Οι ελεύθεροι καβάλαγαν το άλογο τους και φρόντιζαν να κάνουν την επιστροφή τους στο χωριό εντυπωσιακή. Όλοι όσοι είχαν μείνει πίσω, τους περίμεναν στη Βρυσίτσα.
Ακόμα και σημερινοί 65αρηδες θυμούνται ακόμα την επιστροφή των καβαλαρέων στο χωριό. Όπως μας είπαν περίμεναν στις πεζούλες στη Βρυσίτσα. Οι καβαλάρηδες έμπαιναν καλπάζοντας στο χωριό και ο κόσμος επευφημούσε το καλύτερα στολισμένο άλογο.
Η παράδοση συνεχίζεται έως σήμερα. Η Αναστασά είναι ένα από τα μεγαλύτερα Διαδιρφυακά πανηγύρι
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΥΤΑΚΗΣ
ΤΑ ΠΡΟΤΕΙΝΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.