Μια εκκλησία, που χτίστηκε πριν από 110 περίπου χρόνια από τον Μελέτη Αγγελή ύστερα από παράκληση και υπόδειξη της ίδιας Αγίας, μέσα από τα όνειρα του, στο χώρο που βρέθηκε εικόνα της Αγίας, ηλικίας 800 ετών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΟΥΚΟΣ
Ο Μιλτιάδης Αγγελής (που τον ήξεραν στη Στενή ως Μελέτη ) είχε παντρευτεί τη Μαρία Μπεληγιάννη (που τη φώναζαν στο χωριό Μαριώ ). Απέκτησαν πολλά παιδιά αλλά έζησαν μέχρι τα γηρατειά τους, τα πέντε. Ο Κώστας, που πέθανε στην Αμερική χωρίς να παντρευτεί, η Στέλλη, που παντρεύτηκε τον Αποστόλη Μπεληγιάννη (τον επονομαζόμενο άκληρο , χοντρό ή πλούσιο), ο Σπύρος που παντρεύτηκε την Παναγιώτα Γάτου (Πούλα)του Θανασά , ο Γιάγκος, που παντρεύτηκε την Καλλιόπη Αποστολίδου από το Αυλωνάρι και ο Οδυσσέας που δεν έκανε οικογένεια.Ο Μελέτης ήταν τσοπάνος και είχε τα πρόβατα του το καλοκαίρι στη Στενή και το χειμώνα στα Χάλια, την Δροσιά -όπως ονομάζεται σήμερα -στη θέση Σωρό. Γύρω στα 1900 - 1902 είδε στον ύπνο του μια γυναίκα που του είπε ότι είναι η Αγία Άννα. Βοσκούσε τα πρόβατα στη θέση Δακρυές της Στενής και είχε ξάπλωσα να ξεκουραστεί. Τότε βλέπει την Αγία και του λέει:-Είμαι η Αγία Άννα, η μητέρα της Παναγίας και είμαι 800 χρόνια θαμμένη εδώ,
θέλω να με βγάλεις και να μου φτιάξεις μια εκκλησία. Του έδειξε το σημείο που έπρεπε να σκάψει -από πού μέχρι που- και του είπε το πουρνάρι που υπήρχε εκεί να μην το πειράξει.
- Μα εγώ, Αγία Άννα είμαι πολύ φτωχός και δεν έχω χρήματα, πώς θα σε φτιάξω; Της είπε.
- Θα σου στοιχίσει 200 δραχμές και θα σε βοηθήσω εγώ να τα βρεις.
Ξύπνησε ο παππούς και διηγήθηκε το όνειρο στην γιαγιά τη Μαριώ. Εκείνη του είπε να πάνε στο σημείο και να σκάψουνε . Πήγαν, είδαν και σκέφτηκαν τι παράξενο όνειρο ήταν αυτό αφού στο σημείο εκείνο δεν υπήρχε ούτε πετραδάκι που να φανερώνει ότι κάποτε υπήρξε κάποιο κτίσμα εκεί. Ήταν ένα χωράφι με καλαμιές που πρόσφατα είχε θεριστεί. Σκέφτηκε ότι ήταν απλά ένα όνειρο και δεν έδωσε συνέχεια. Η Αγία Άννα όμως ξαναήρθε στον ύπνο του και του λέει με παράπονο :-Γιατί δε με πιστεύεις ; Πήγαινε σκάψε και θα βρεις τοίχο με αγιογραφίες, την ΑγίαΤράπεζα και από κάτω την εικόνα μου και ένα φλουρί Κωσταντινάτο. Να ξέρεις όμως ότι θα αντιμετωπίσεις πολλές δυσκολίες και εμπόδια, εσύ όμως να μη σταματήσεις και να μην ακούσεις κανένα. Όταν ξημέρωσε πήγε και είπε το όνειρο του στους γραμματισμένους του χωριού και εκείνοι τον ειρωνεύτηκαν λέγοντας του ότι τα εξωκλήσια πρέπει να τα χαλάμε και όχι να τα φτιάχνουμε, γιατί μπαίνουν μέσα ζώα και ακάθαρτοι άνθρωποι αλλά μένουν και τα καντήλια σβηστά. Άλλαξε πάλι γνώμη ο παππούς και τα παράτησε. Εκείνο το καλοκαίρι, αρρώστησε ο γιος του ο Κώστας πολύ βαριά και περίμεναν να πεθάνει. Η γιαγιά Μαριώ είχε βγει έξω με τις γειτόνισσες που είχαν πάει να τον δουν και ξαφνικά βλέπουν το Κώστα όρθιο να φωνάζει τη μητέρα του να μπει στο σπίτι να μιλήσουνε. Η γιαγιά τρόμαξε που τον είδε όρθιο άλλα ο Κώστας της εξήγησε τι είχε συμβεί.
Ήρθε μια γυναίκα με μωβ και λαδί ρούχα και μου λέει:
Είμαι η Αγία Άννα και Θέλω να σηκωθείς.
Δεν μπορώ! Της λέει.
Μπορείς . Σήκω και πες στον πατέρα σου να κάνει αυτό που του έχω πει.
Το είπαν στο παππού και σκέφτηκαν να ξεκινήσουν να σκάβουν. Στο μεσοδιάστημα ξαναβλέπει ο παππούς την Αγία Άννα και του λέει να πάρει και την βλάχα του Μ΄τρα (Μητρά)να βοηθήσει στο σκάψιμο. Πήγαν .έσκαψαν και βρήκαν πράγματι τον τοίχο με τις αγιογραφίες. Είχε πολύ ζωντανά χρώματα λες και τον είχαν ζωγραφίσει εκείνη τη στιγμή. Έπειτα προχώρησαν και βρήκαν μια πέτρινη πλάκα ένα επί ένα. Εκεί σταμάτησαν γιατί είχε έρθει το Φθινόπωρο και έπρεπε να φύγουν για το χειμαδιό αλλά είχαν αρχίσει πάλι τα σχόλια στο χωριό ότι ο Μελέτης ψάχνει για αρχαία και πως ασχολείται με τα όνειρα και άλλα τέτοια. Παρόλα τα ευρήματα, ο παππούς άρχισε να αμελεί πάλι.
Ήρθε ο χειμώνας πήγαν στο Σωρό στη Δροσιά και η Αγία Άννα ξαναπήγε στον ύπνο του παππού, θυμωμένη αυτή τη φορά λέγοντας του αυστηρά:
-Γιατί Μελέτη δεν ακούς αυτά που σου είπα; Εκεί που είχες ξεκινήσει το σκάψιμο και είχες βρει τον τοίχο και την Αγία Τράπεζα, πήγαν κάποιοι από τους Καθενούς που νόμιζαν ότι θα βρουν αρχαία, έσκαψαν και έσπασαν την Τράπεζα, πέταξαν τα κομμάτια στον γκρεμό και από τα χτυπήματα ράγισαν και την εικόνα μου αλλά δεν την είδαν και έφυγαν»
Ο παππούς ξύπνησε ταραγμένος και είπε στη γιαγιά:-Μαριώ θα πάω να δω κι αν είναι έτσι τα πράγματα ,δεν θα με σταματήσει κανένας, δεν θα ακούσω τα λόγια κανενός. Πήγε και πράγματι, η Τράπεζα ήταν κομμάτια .
Έτσι την Άνοιξη ξεκίνησε το σκάψιμο ξανά και βρήκε την εικόνα ραγισμένη και το φλουρί. Άρχισε το χτίσιμο και τότε τον βοήθησε οικονομικά και κάποια οικογένεια Μεταξά από τον Πειραιά που παραθέριζε στο χωριό και είχε ακούσει όλα όσα συζητούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα οι κάτοικοι της Στενής. Το κόστος ήταν πράγματι 200 δραχμές. Με το πέρασμα των -χρόνων η εκκλησία άρχισε να βάζει νερά και έπρεπε να κάνουν κάτι για να μην πέσει. Το 1968 ο γιος του Μελέτη ο Σπύρος Αγγελής, συνεννοήθηκε με τα αδέρφια του, το Γιάγκο, τη Στέλλη Μπεληγιάννη και τον Οδυσσέα να φτιάξουν ξανά την εκκλησία . Πράγματι την έριξαν από τα θεμέλια και την έχτισαν όπως είναι σήμερα με το πουρνάρι στη θέση του, σύμφωνα με την παραγγελία της Αγίας Άννας, να μην πειραχτεί. Βέβαια κάθε χρόνο τα παιδιά του Σπύρου όλο και κάτι φτιάχνουν επιπλέον.
Όσον αφορά τώρα την εικόνα, αρχικά ήταν στη θέση της, στον αριστερό τοίχο πριν μπεις στο ιερό. Το 1987 πήγαν τα εγγόνια του Σπύρου Αγγελή να ανάψουν τα καντήλια και είδαν ότι η εικόνα έλειπε από τη θέση της και η κορνίζα κρεμόταν στο πουρνάρι. Ίσως να κλάπηκε μαζί με άλλες εικόνες από άλλα εξωκλήσια που είχαν γίνει τότε στη γύρω περιοχή. Το εκκλησάκι της Αγίας Άννας (Αϊα Σαν) ,όπως το έλεγαν στο χωριό ίσως από το "Αγίας Αννης" δεν το λειτουργούσαν από μόνοι τους οι παπάδες εκτός αν τους καλούσες. Στα άλλα εξωκλήσια πήγαιναν από μόνοι τους.
Η γιαγιά Μαριώ διηγείτο ότι μια χρονιά στη μνήμη της είχε πάει με άλλες γυναίκες προετοιμασμένες να λειτουργηθούν αλλά παπάς δεν φάνηκε και αναγκάστηκαν να φύγουν λέγοντας:
-Εμείς Αγία Άννα ήρθαμε να σε λειτουργήσουμε αλλά παπάς δεν ήρθε και θα φύγουμε όπως ήρθαμε.
Τότε είδαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια της Αγίας Άννας »
Τώρα λειτουργείται κανονικά από τον ιερέα της Άνω Στενής και η οικογένεια των Αγγελήδων , δηλαδή τα παιδιά του Σπύρου Αγγελή, του γιου. του Μελέτη κάνουν αρτοκλασία και προσφέρουν φαγητό στη μνήμη της στις25 Ιουλίου κάθε χρόνο
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΟΥΚΟΣ
Ο Μιλτιάδης Αγγελής (που τον ήξεραν στη Στενή ως Μελέτη ) είχε παντρευτεί τη Μαρία Μπεληγιάννη (που τη φώναζαν στο χωριό Μαριώ ). Απέκτησαν πολλά παιδιά αλλά έζησαν μέχρι τα γηρατειά τους, τα πέντε. Ο Κώστας, που πέθανε στην Αμερική χωρίς να παντρευτεί, η Στέλλη, που παντρεύτηκε τον Αποστόλη Μπεληγιάννη (τον επονομαζόμενο άκληρο , χοντρό ή πλούσιο), ο Σπύρος που παντρεύτηκε την Παναγιώτα Γάτου (Πούλα)του Θανασά , ο Γιάγκος, που παντρεύτηκε την Καλλιόπη Αποστολίδου από το Αυλωνάρι και ο Οδυσσέας που δεν έκανε οικογένεια.Ο Μελέτης ήταν τσοπάνος και είχε τα πρόβατα του το καλοκαίρι στη Στενή και το χειμώνα στα Χάλια, την Δροσιά -όπως ονομάζεται σήμερα -στη θέση Σωρό. Γύρω στα 1900 - 1902 είδε στον ύπνο του μια γυναίκα που του είπε ότι είναι η Αγία Άννα. Βοσκούσε τα πρόβατα στη θέση Δακρυές της Στενής και είχε ξάπλωσα να ξεκουραστεί. Τότε βλέπει την Αγία και του λέει:-Είμαι η Αγία Άννα, η μητέρα της Παναγίας και είμαι 800 χρόνια θαμμένη εδώ,
θέλω να με βγάλεις και να μου φτιάξεις μια εκκλησία. Του έδειξε το σημείο που έπρεπε να σκάψει -από πού μέχρι που- και του είπε το πουρνάρι που υπήρχε εκεί να μην το πειράξει.
- Μα εγώ, Αγία Άννα είμαι πολύ φτωχός και δεν έχω χρήματα, πώς θα σε φτιάξω; Της είπε.
- Θα σου στοιχίσει 200 δραχμές και θα σε βοηθήσω εγώ να τα βρεις.
Ξύπνησε ο παππούς και διηγήθηκε το όνειρο στην γιαγιά τη Μαριώ. Εκείνη του είπε να πάνε στο σημείο και να σκάψουνε . Πήγαν, είδαν και σκέφτηκαν τι παράξενο όνειρο ήταν αυτό αφού στο σημείο εκείνο δεν υπήρχε ούτε πετραδάκι που να φανερώνει ότι κάποτε υπήρξε κάποιο κτίσμα εκεί. Ήταν ένα χωράφι με καλαμιές που πρόσφατα είχε θεριστεί. Σκέφτηκε ότι ήταν απλά ένα όνειρο και δεν έδωσε συνέχεια. Η Αγία Άννα όμως ξαναήρθε στον ύπνο του και του λέει με παράπονο :-Γιατί δε με πιστεύεις ; Πήγαινε σκάψε και θα βρεις τοίχο με αγιογραφίες, την ΑγίαΤράπεζα και από κάτω την εικόνα μου και ένα φλουρί Κωσταντινάτο. Να ξέρεις όμως ότι θα αντιμετωπίσεις πολλές δυσκολίες και εμπόδια, εσύ όμως να μη σταματήσεις και να μην ακούσεις κανένα. Όταν ξημέρωσε πήγε και είπε το όνειρο του στους γραμματισμένους του χωριού και εκείνοι τον ειρωνεύτηκαν λέγοντας του ότι τα εξωκλήσια πρέπει να τα χαλάμε και όχι να τα φτιάχνουμε, γιατί μπαίνουν μέσα ζώα και ακάθαρτοι άνθρωποι αλλά μένουν και τα καντήλια σβηστά. Άλλαξε πάλι γνώμη ο παππούς και τα παράτησε. Εκείνο το καλοκαίρι, αρρώστησε ο γιος του ο Κώστας πολύ βαριά και περίμεναν να πεθάνει. Η γιαγιά Μαριώ είχε βγει έξω με τις γειτόνισσες που είχαν πάει να τον δουν και ξαφνικά βλέπουν το Κώστα όρθιο να φωνάζει τη μητέρα του να μπει στο σπίτι να μιλήσουνε. Η γιαγιά τρόμαξε που τον είδε όρθιο άλλα ο Κώστας της εξήγησε τι είχε συμβεί.
Ήρθε μια γυναίκα με μωβ και λαδί ρούχα και μου λέει:
Είμαι η Αγία Άννα και Θέλω να σηκωθείς.
Δεν μπορώ! Της λέει.
Μπορείς . Σήκω και πες στον πατέρα σου να κάνει αυτό που του έχω πει.
Το είπαν στο παππού και σκέφτηκαν να ξεκινήσουν να σκάβουν. Στο μεσοδιάστημα ξαναβλέπει ο παππούς την Αγία Άννα και του λέει να πάρει και την βλάχα του Μ΄τρα (Μητρά)να βοηθήσει στο σκάψιμο. Πήγαν .έσκαψαν και βρήκαν πράγματι τον τοίχο με τις αγιογραφίες. Είχε πολύ ζωντανά χρώματα λες και τον είχαν ζωγραφίσει εκείνη τη στιγμή. Έπειτα προχώρησαν και βρήκαν μια πέτρινη πλάκα ένα επί ένα. Εκεί σταμάτησαν γιατί είχε έρθει το Φθινόπωρο και έπρεπε να φύγουν για το χειμαδιό αλλά είχαν αρχίσει πάλι τα σχόλια στο χωριό ότι ο Μελέτης ψάχνει για αρχαία και πως ασχολείται με τα όνειρα και άλλα τέτοια. Παρόλα τα ευρήματα, ο παππούς άρχισε να αμελεί πάλι.
Ήρθε ο χειμώνας πήγαν στο Σωρό στη Δροσιά και η Αγία Άννα ξαναπήγε στον ύπνο του παππού, θυμωμένη αυτή τη φορά λέγοντας του αυστηρά:
-Γιατί Μελέτη δεν ακούς αυτά που σου είπα; Εκεί που είχες ξεκινήσει το σκάψιμο και είχες βρει τον τοίχο και την Αγία Τράπεζα, πήγαν κάποιοι από τους Καθενούς που νόμιζαν ότι θα βρουν αρχαία, έσκαψαν και έσπασαν την Τράπεζα, πέταξαν τα κομμάτια στον γκρεμό και από τα χτυπήματα ράγισαν και την εικόνα μου αλλά δεν την είδαν και έφυγαν»
Ο παππούς ξύπνησε ταραγμένος και είπε στη γιαγιά:-Μαριώ θα πάω να δω κι αν είναι έτσι τα πράγματα ,δεν θα με σταματήσει κανένας, δεν θα ακούσω τα λόγια κανενός. Πήγε και πράγματι, η Τράπεζα ήταν κομμάτια .
Έτσι την Άνοιξη ξεκίνησε το σκάψιμο ξανά και βρήκε την εικόνα ραγισμένη και το φλουρί. Άρχισε το χτίσιμο και τότε τον βοήθησε οικονομικά και κάποια οικογένεια Μεταξά από τον Πειραιά που παραθέριζε στο χωριό και είχε ακούσει όλα όσα συζητούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα οι κάτοικοι της Στενής. Το κόστος ήταν πράγματι 200 δραχμές. Με το πέρασμα των -χρόνων η εκκλησία άρχισε να βάζει νερά και έπρεπε να κάνουν κάτι για να μην πέσει. Το 1968 ο γιος του Μελέτη ο Σπύρος Αγγελής, συνεννοήθηκε με τα αδέρφια του, το Γιάγκο, τη Στέλλη Μπεληγιάννη και τον Οδυσσέα να φτιάξουν ξανά την εκκλησία . Πράγματι την έριξαν από τα θεμέλια και την έχτισαν όπως είναι σήμερα με το πουρνάρι στη θέση του, σύμφωνα με την παραγγελία της Αγίας Άννας, να μην πειραχτεί. Βέβαια κάθε χρόνο τα παιδιά του Σπύρου όλο και κάτι φτιάχνουν επιπλέον.
Όσον αφορά τώρα την εικόνα, αρχικά ήταν στη θέση της, στον αριστερό τοίχο πριν μπεις στο ιερό. Το 1987 πήγαν τα εγγόνια του Σπύρου Αγγελή να ανάψουν τα καντήλια και είδαν ότι η εικόνα έλειπε από τη θέση της και η κορνίζα κρεμόταν στο πουρνάρι. Ίσως να κλάπηκε μαζί με άλλες εικόνες από άλλα εξωκλήσια που είχαν γίνει τότε στη γύρω περιοχή. Το εκκλησάκι της Αγίας Άννας (Αϊα Σαν) ,όπως το έλεγαν στο χωριό ίσως από το "Αγίας Αννης" δεν το λειτουργούσαν από μόνοι τους οι παπάδες εκτός αν τους καλούσες. Στα άλλα εξωκλήσια πήγαιναν από μόνοι τους.
Η γιαγιά Μαριώ διηγείτο ότι μια χρονιά στη μνήμη της είχε πάει με άλλες γυναίκες προετοιμασμένες να λειτουργηθούν αλλά παπάς δεν φάνηκε και αναγκάστηκαν να φύγουν λέγοντας:
-Εμείς Αγία Άννα ήρθαμε να σε λειτουργήσουμε αλλά παπάς δεν ήρθε και θα φύγουμε όπως ήρθαμε.
Τότε είδαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια της Αγίας Άννας »
Τώρα λειτουργείται κανονικά από τον ιερέα της Άνω Στενής και η οικογένεια των Αγγελήδων , δηλαδή τα παιδιά του Σπύρου Αγγελή, του γιου. του Μελέτη κάνουν αρτοκλασία και προσφέρουν φαγητό στη μνήμη της στις25 Ιουλίου κάθε χρόνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.